Αναγνώστες

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2015

Έγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης για το Ζεϊμπέκικο: ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ - ΟΡΦΙΚΗ ΜΥΗΣΗ!


 Το 1934 είδα αληθινούς ζεϊμπέκηδες
 που μπαρκάρανε 
στη Σμύρνη, στο πλοίο που με πήγαινε
 στην Κωνσταντινούπολη.
 Πήγαινα να δω τα μωσαϊκά στην Αγία Σοφία, 
που εκείνο τον καιρό είχε ξεσκεπάσει
 ο Αμερικανός βυζαντινολόγος Ουίτμορ. 
Αυτοί οι ζεϊμπέκηδες ήταν ντυμένοι με τις παλιές 
στολές τους και έμοιαζαν πολύ μ’ αυτούς 
που είχε ζωγραφίσει ο Γύζης και ο Λύτρας. 
Ο ένας απ’ αυτούς, ως τριανταπέντε χρονών, μιλούσε
 καλά ελληνικά και μου έλεγε διάφορα πράγματα.
 Ιδίως μου μιλούσε για το πώς χόρευε ένας νεαρός 
που ήταν μαζί τους και όλο έλεγε ότι κανείς 
δεν τον φτάνει στο χορό.
 Προς το ηλιοβασίλεμα, όταν ξεκίνησε το πλοίο 
για την Πόλη, ο νεαρός χόρεψε πάνω στο κατάστρωμα.
Ήταν κοντός και χοντροκόκαλος, αλλά μόλις άρχισε 
να κινείται πραγματικά μετεμορφώθη.
 Δεν ήταν πια το ίδιο πρόσωπο. 
Την ανδρεία του, γιατί ήταν ανδρείος πολύ, 
σχεδόν άγριος, συνεπλήρωνε περίεργα ένα είδος 
ταπεινότητος και ένα είδος ευγνωμοσύνης, 
που δεν ήταν γνωστό ποιον απευθύνεται και ήταν
 σαν να ευγνωμονεί, με πολλή σεμνότητα ένα θεό, 
για το θαύμα που είναι η ζωή.
Τον συνόδευε ένα τουμπελέκι, που χτυπούσε
 ένας άλλος ζεϊμπέκης, στο μαγικό ρυθμό 9/8. (…)
 Στα βουνά της Αλβανίας, κοντά στη Φτέρα, 
άκουσα για πρώτη φορά το ζεϊμπέκικο 
που τα λόγια του αρχίζουν ως εξής: 
Μέσα στης ζωής τα μονοπάτια, 
μπρος στ’ αρχοντικά σου σκαλοπάτια… 
Είχα γνωρίσει ως τότε τα τραγούδια της Ρόζας Εσκενάζη 
και ήμουν θαμώνας της στο κέντρο της οδού Δώρου 
που, πολλές φορές, πήγαινα παρέα
 με τον βυζαντινολόγο Ξυγγόπουλο, 
τον Κόντογλου και άλλοτε
 με τον Τζούλιο Καΐμη.
Μα το ζεϊμπέκικο που άκουσα στην Αλβανία ερχόταν 
από έναν άλλο κόσμο, διαφορετικό,
 που μου απεκάλυπτε μια άλλη πλευρά του ανθρώπου.
 Το ζεϊμπέκικο και τα ρεμπέτικα υπήρχαν βέβαια, ήδη 
από το 1900 και οι μεγάλοι του ρεμπέτικου 
είχαν δημιουργήσει αριστουργήματα.
 Αλλά οι αστικές προκαταλήψεις είχαν βρει έναν τρόπο
 να το αποκρύψουν, ακόμη και απ’ αυτούς 
που τους ενδιέφερε.
Όταν έφυγαν οι Γερμανοί και ήρθαν οι Εγγλέζοι 
με τους Έλληνες από τη Μέση Ανατολή, μαζί 
με το σουίνγκ άρχιζε να ανθίζει με μια νέα βλάστηση,
 και υπό νέο πνεύμα, το πανάρχαιο ζεϊμπέκικο. 
Ο κεντρικός του ναός για μας τους Αθηναίους 
ήταν το κέντρο “Ο Μάριος” σ’ ένα σπίτι της οδού Ίωνος δεύτερο πάτωμα, όπου άκουσα
 για πρώτη φορά τον Τσιτσάνη.
 Η λέξη ναός δεν είναι υπερβολή. (…)
Ο χαρακτήρας του ναού εδίδοντο και ενισχύονταν 
από την αυστηρότητα του διευθυντή που δεν επέτρεπε 
την παραμικρή σύγκρουση, πολύ περισσότερο 
το μεγάλο καβγά για παραγγελιές 
και άλλες ασήμαντες αφορμές. (…)




Παρά τους ενθουσιασμούς των ξένων επισήμων
 και ανεπισήμων, το ζεϊμπέκικο μένει κατιτί
 το ερμητικό στην ουσία του και είναι προσιτό, 
αληθινά προσιτό, μόνο σ’ αυτούς από τους Έλληνες 
που έχουν αληθινά ορφική μύηση. 
Λόγια φθαρμένα που δεν μπορούν να εκφράσουν
 την ουσία, για την οποία ο αμύητος μένει καχύποπτος.
(από τον τόμο Αγαθόν το εξομολογείσθαι, Καστανιώτης 1989)


Δικό μας σχόλιο:
 Κάποτε ο Γιάννης Τσαρούχης είχε δηλώσει πως:
Γυναίκα δεν χορεύει ζεϊμπέκικο.
Ούτε άντρας τσιφτετέλι.
Πάει τελείωσε.
Υ.Γ: Θα κλείσω, το μικρό αφιέρωμα
γι αυτόν τον αντρικό χορό με ένα βίντεο
από αλησμόνητο και σπουδαίο ηθοποιό,
Τον Νίκο Κούρκουλο που τραγουδά
μαζί με έναν άλλον μεγάλο Έλληνα.

Και λίγα λόγια για τον αντρικό αυτόν χορό:
Ο ζεϊμπέκικος, δεν διδάσκεται. 
Πως να διδάξεις ψυχή; 
Βγαίνει από μέσα σου, αβίαστα, ο ρυθμός.
Είναι αυτοσχέδιο. 
Υπακούει όμως σε ορισμένους, άγραφους, κανόνες.

Είναι αντρικός, με την έννοια της αξιοπρέπειας 
και όχι του κουτσαβακισμού.

Αντρικός, με την έννοια του βλέμματος. 
Της ψυχής............... Της λύπης.....................

Έχω δει άντρες να ξεφτιλίζονται 
και να ξεφτιλίζουν το χορό, σαν τραγικοί φασουλήδες.

Και γυναίκες να κουβαλάνε πιο πολύ μαγκιά 
από δέκα ντουζίνες «αντρών».

Έχω δει άντρες να βαρυπατούν και να ανοίγει η γη.

Έχω δει γυναίκες να χορεύουν μόνο και μόνο 
για να δείξουν ότι είναι γκόμενες.
Παρ’ όλα αυτά, το ζεϊμπέκικο είναι αντρικός χορός.

Το (ελληνικό) ζεϊμπέκικο είναι μοναχικός χορός.
 Δεν είναι «δείτε με».

Δε χορεύεις σαν τον καραγκιόζη, 
όλο το βράδυ – δήθεν βαρύμαγκα μου.

Σηκώνεσαι, χορεύεις ταπεινά 
μια μόνο φορά
αυτό που σε εκφράζει και κάθεσαι.

Το ζεϊμπέκικο είναι χαρμολύπη.
Δεν είναι κουτσοπήδημα. 
Είναι γη και -λίγο- ουρανός.

Σκύβεις, αλλά δεν είσαι σ κ υ φ τ ός.

Σκύβεις να πάρεις δύναμη από τη γη και σηκώνεσαι, 
κοιτώντας προς τον ουρανό, να την ξαναδώσεις.

Το ζεϊμπέκικο, είναι πόνος.
 Είναι φωτιά. Είναι βροχή στη στράτα.

Το ζεϊμπέκικο είναι έρωτας.
 Είναι αγάπη που κάηκε στη φλόγα.

Είναι μυσταγωγία. 
Είναι περηφάνια και συντριβή.

Υψώνεσαι και ταπεινώνεσαι.

Το ζεϊμπέκικο είναι κατάθεση μαγκιάς.

Είναι η κάφτρα του τσιγάρου που σου καίει το δάχτυλο.

Είναι το ποτήρι που θρυμματίζεται με κρότο στο πάτωμα.

Είναι το σιχτίρισμα, το ξέσπασμα, το γαμώτο.

Το ζεϊμπέκικο, είναι η ζωή: Ο κύκλος της ζωής 
και του θανάτου.

Χορεύεις γύρω από ένα νοητό κύκλο.

Που μπορεί να είναι το πηγάδι της ψυχής σου.

Μπορεί να είναι τα όρια σου.

Μπορεί να είναι ο εαυτός σου.

Είναι η ζωή που εδώ τελειώνει γιατί δεύτερη φορά 
δεν θα ξαναγαπήσεις.

Ζεϊμπέκικο, είναι η λογική σου κι η τρέλα σου. 
Είναι η απόφαση να πετάξεις τα σκεπάσματα 
και να βγεις στο δρόμο με βροχή γιατί…
...... «καλύτερα μαζί σου και τρελός».



Υ.Γ.3. Ο Γιώργος Κουτούζης που τον χορεύει στην ταινία, 
ο θρυλικός φαντάρος της «Ευδοκίας» είναι 
η πιο ηχηρή απόδειξη όσων γράφω.
 Παραμένει λεβέντης και σήμερα, αν δει κανείς 
το προφίλ του στο facebook. 
Ο Νίκος Κούρκουλος είναι επίσης ο ορισμός 
του απόλυτου αντρισμού, όταν χόρευε το ζεϊμπέκικο 
του θανάτου. 
Και ο Δημήτρης Μητροπάνος στη «Ρόζα» του.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο provocateur.gr
Ποιος δρόμος - Καζαντζίδης - Μαρινέλλα - Κούρκουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου